Καίτη Γκρέυ (1924-2025): Μια ζωή σαν λαϊκό φωτορομάντσο


Οι σκηνές της ζωής της μέχρι να φτάσει στις μεγάλες επιτυχίες μοιάζουν βγαλμένες από μυθιστόρημα: θετοί γονείς, Κατοχή και εκτοπισμός, συσσίτια και αγώνας για να βρει μια θέση στον.... κόσμο της νύχτας. Τα μεγάλα τραγούδια, ωστόσο, και η φωνή της την επέβαλαν ως μια από τις σημαντικότερες λαϊκές ερμηνεύτριες του 20ού αιώνα 

 Η Καίτη Γκρέυ, η μεγάλη Καίτη Γκρέυ, μια γήινη θεά του ελληνικού πενταγράμμου, δεν είναι πια μαζί μας· έφυγε από τη ζωή την τρίτη Κυριακή του 2025, στο σπίτι της στη Νέα Σμύρνη, στα 100 της χρόνια, έχοντας γεννηθεί το μακρινό 1924. Είχε προλάβει να μας κληροδοτήσει μνημιώδεις μουσικές επιτυχίες, να επιβληθεί ως συνώνυμη του λαϊκού τραγουδιού και να ζήσει μια πραγματικά μυθιστορηματική ζωή. Το ίδιο όνομα με τη Μαρινέλλα Η Καίτη Γκρέυ γεννήθηκε στους Μυτιληνιούς της Σάμου στις 14 Μαΐου 1924. Οι γονείς της, Νικόλαος και Δωροθέα Γκιζίλη, την ονόμασαν Αθανασία, ενώ είχε άλλα τρία αδέλφια. Σύντομα υιοθετήθηκε από την οικογένεια Καλαϊτζή και μεγάλωσε στον Πειραιά, χωρίς να ξέρει ότι σε ένα διπλανό σπίτι ζούσε ο αδελφός της Γιάννης, επίσης υιοθετημένος από άλλο ζευγάρι. Οι πρώτες της εικόνες είναι από την οδό Καισαρείας 14 στα Ταμπούρια. Ηταν πλέον η Αγγελική Καλαϊτζή και οι θετοί γονείς τη φώναζαν Κική. Από συγκυρία, Κική ήταν το χαϊδευτικό όνομα με το οποίο μεγάλωσε μια άλλη μεγάλη ερμηνεύτρια: η Μαρινέλλα, που ονομάζεται Κυριακή Παπαδοπούλου. Μια μέρα ο πατέρας της δεν ήρθε να πάρει την επτάχρονη Γκρέυ για τη βόλτα τους. Το μεσημέρι είχε πέσει νεκρός: δούλευε στα τσιμέντα και είχαν φράξει οι πνεύμονές του. Η Κική δεν μπορούσε να πάει σχολείο γιατί δεν είχε ούτε πιστοποιητικό γέννησης ούτε πιστοποιητικό βάφτισης. Η βιολογική μητέρα της δεν τα έδινε γιατί δεν την άφηναν να τη δει. Τελικά έμαθε λίγα γράμματα σε ένα νηπιαγωγείο της γειτονιάς, το οποίο κρατούσε η αδερφή της θετής μητέρας της. Πώς έφτασε στην Παλαιστίνη Στους βομβαρδισμούς της Κατοχής η Κική σώθηκε όταν κρύφτηκε σε ένα τζάκι. Ενας Ιταλός –από αυτούς που είχαν συνθηκολογήσει– την έβαλε σε μια βάρκα μαζί με μια οικογένεια Σαμιωτών για να περάσουν στην Τουρκία. Εκεί έμεινε δύο βράδια στα φυλάκια, πριν τους πάνε στο Κουσάντασι. Από εκεί τους έβαλαν σε τρένα μεταφοράς ζώων και εμπορευμάτων. Χωρίστηκε από την οικογένεια με την οποία είχαν φύγει και ταξίδεψε μέχρι την Παλαιστίνη και στη συνέχεια στον καταυλισμό των πηγών του Μωυσή, κοντά στο όρος Σινά. Εκεί άρχισε να εργάζεται σφραγίζοντας κάρτες για συσσίτιο. Λίγο αργότερα ένας νεαρός, ο Στέφανος, την έβαλε σε ένα καράβι για τον Πειραιά. Το πρώτο τραγούδι Εμφανίζεται ως λαϊκή τραγουδίστρια στο κέντρο «Αραπάκια», στον Βύρωνα Αττικής. Στη συνέχεια συνεργάζεται με τον Τάκη Μπίνη και το συγκρότημά του. Ο στιχουργός Χαράλαμπος Βασιλειάδης, ο επονομαζόμενος Τσάντας, την καλεί για ακρόαση στην Columbia. Υπογράφουν συμβόλαιο και αρχίζουν οι ηχογραφήσεις. H παρθενική της εμφάνιση στη δισκογραφία ήταν «Το Μαράζι» του Γιώργου Μητσάκη, το 1953 («Να ‘χεις χάρη που σε αγαπώ»). Το δεύτερο τραγούδι της ήταν το «Ποτέ τη Μάνα μην Πικράνεις» σε στίχους Κώστα Βίρβου και μουσική Γεράσιμου Κλουβάτου, που είχε μόλις ηχογραφηθεί με τη φωνή της Μαρίας Γρύλλη. Η Καίτη Γκρέυ γνωρίζεται με τον Λουκά Νταράλα, που την καλεί να τραγουδήσει στο ραδιόφωνο. Η γνωριμία τους είναι η βάση για την ερμηνεία της στο «Βουνό» (το μοναδικό του καλλιτέχνη στις 78 στροφές), που θα εκτοξεύσει τη δημοτικότητά της. Μαζί της τραγουδούσε ο Δημήτρης Ρουμελιώτης, ο οποίος τα επόμενα χρόνια εγκαταστάθηκε στην Αμερική. Η ζωή της σε φωτορομάντσο Το 1962 η Μίνα Σημηριώτη γράφει την ιστορία της ζωής της στο περιοδικό «Ντομινό» σε συνέχειες κάθε εβδομάδα. Ηταν μάλιστα εκείνη την περίοδο που της τηλεφώνησε ο Βασίλης Τσιτσάνης –ο οποίος την αποκαλούσε «Καιτούλι»– για να της προτείνει ένα τραγούδι πάνω στη ζωή της. Επρόκειτο για τα «Ξένα Χέρια» («Οποιος μεγάλωσε στα ξένα χέρια/ το δάκρυ της ορφάνιας το πικρό…»), που θα κατέληγε μεγάλη, διαχρονική επιτυχία της. Η ίδια βέβαια απάντησε στον Τσιτσάνη ότι έκαναν λάθος στον στίχο «Τα ξένα χέρια είναι μαχαίρια», επειδή ποτέ δεν ξέχασε την αγάπη που πήρε από τη θετή μητέρα της. Τραγούδι για έναν αντάρτη του ΕΛΑΣ Το 1983 κυκλοφορεί από τη μικρή εταιρεία δίσκων Venus-Tzina ο δίσκος «Θρήνοι κι Αναστάσιμα». Η Γκρέυ ερμηνεύει εκεί 12 λαϊκά τραγούδια με πολιτικές αναφορές (!), σε μουσική του αείμνηστου τραγουδοποιού Πάνου Τζαβέλλα, μέλους της ΕΠΟΝ και του ΕΛΑΣ, ο οποίος υπογράφει και τους στίχους των περισσότερων. Πρόκειται για μια συνεργασία-έκπληξη, αν σκεφτεί κανείς τις «αταίριαστες» καταβολές και την πορεία των δύο καλλιτεχνών. Οι στίχοι που ακολουθούν είναι από τον «Θρήνο για το Μανώλη Σιγανό», τον φυματιολόγο γιατρό από το Σκαλάνι της Κρήτης που εντάχθηκε ως φοιτητής στο ΚΚΕ, εξορίστηκε από το καθεστώς του Μεταξά και εντάχτηκε στον ΕΛΑΣ. «Ναυαγισμένο χλομό αστέρι νύχτα σφαγμένο στο καρτέρι Λυπημένο το φεγγάρι, κρύφτηκε από ντροπή το χλομό το παλικάρι χάθηκε μες στη σιωπή Σε κλαίν’ τα μάτια μου» Το σίριαλ που δεν έγινε Για όσους έχουν τηλεοπτική μνήμη, την Καίτη Γκρέυ ήταν έτοιμη να υποδυθεί στη μικρή οθόνη η Βάνα Μπάρμπα σε τηλεοπτική σειρά του ΑΝΤ1 που θα υπέγραφε σκηνοθετικά ο Κώστας Φέρρης. Ο Γιάννης Πάριος είχε γράψει, μάλιστα, τραγούδια για τη σειρά. Ενα από αυτά έλεγε: «Αχ, ζωή μου μάγισσα, σαν τρελή σ’ αγάπησα, τα καλύτερα τραγούδια μου σου χάρισα». Ο Στέλιος Καζαντζίδης ήταν ο πρώτος έρωτας της Κάιτης Γκρέυ. Ο δεσμός τους τη δεκαετία του ’50 κράτησε έξι χρόνια «Οταν ακούω Καζαντζίδη» Ο εξάχρονος δεσμός της με τον Στέλιο Καζαντζίδη τη δεκαετία του 1950 είναι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στη ζωή της. Μαζί έχουν ηχογραφήσει ένα από τα ωραιότερα λαϊκά ντουέτα, το «Απόψε Φίλα με» σε στίχους Χρήστου Κολοκοτρώνη, που αποτελεί και την αρχή της συνεργασίας Καζαντζίδη – Χιώτη (δική του η μουσική). Το 1972 ηχογράφησε στη Minos έναν δίσκο με 12 τραγούδια που είχε πρωτοπεί ο Καζαντζίδης, με τίτλο «Η Καίτη Γκρέυ στις Μεγάλες Επιτυχίες του Στέλιου Καζαντζίδη». Η ενορχήστρωση ήταν του Θόδωρου Δερβενιώτη και μπουζούκι έπαιζε ο Γιάννης Παλαιολόγου. Το 1990 κυκλοφόρησε τον δίσκο «Οταν Ακούω Καζαντζίδη», όπου πρώτο ήταν το ομότιτλο τραγούδι, σε στίχους του Βαγγέλη Σίμου – από τις ελάχιστες φορές που μια καλλιτέχνις απευθύνεται ονομαστικά στον πρώην έρωτά της: «Απόψε σε θυμάμαι και δακρύζω στις μπόρες, στις χαρές μαζί που ζήσαμε. Μα ήτανε γραφτό από τη μοίρα εμείς οι δυο για πάντα να χωρίσουμε. Και στην καρδιά μου νιώθω πόνο όταν ακούω Καζαντζίδη. Αυτός ο χωρισμός μας μοιάζει σαν ένα μακρινό ταξίδι» Με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και τον Διονύση Σαββόπουλο σε στιγμιότυπο της εκπομπής «Ζήτω το Ελληνικό Τραγούδι», Με Μπιθικώτση, Αρβανιτάκη και Σαββόπουλο Ηταν μια από τις σπάνιες στιγμές όπου μια τηλεοπτική συνάντηση έγραψε μουσική ιστορία. Σε μια από τις εκπομπές του «Ζήτω το Ελληνικό Τραγούδι», που παρουσίαζε ο Διονύσης Σαββόπουλος στην ΕΡΤ την περίοδο 1986-1987, οι καλεσμένοι Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Καίτη Γκρέυ και Ελευθερία Αρβανιτάκη αποδίδουν το «Μην Απελπίζεσαι» του Τσιτσάνη σαν χαμηλόφωνο «ύμνο», όπως αναφέρει ο ίδιος ο Μπιθικώτσης. Η Γκρέι μπαίνει λάθος στις νότες –είναι προφανές για όποιον το ακούσει στο YouTube– και ο «Νιόνιος» σημειώνει στο εσώφυλλο του δίσκου: «Καίτη! Γκρέυ δε γκρέιτ. Μοιραία γόησσα του λαϊκού μας τραγουδιού. ’55 μου ατελείωτο. Πλανεύτρα, μάγισσα κι ανακατώστρα. Ανω κάτω μας τα ’κανες στο στούντιο. Οχι, δεν ήταν έτσι οι νότες. Αλλά μόλις τις τραγούδησες με τον τρόπο σου κυρά μου, γίνανε «αλλιώς ωραίες», όπως λέει κι ο glamorous ποιητής μας. Χαλάλι σου Κουκλάρα!» 



Με πληροφορίες από τα: «Καίτη Γκρέυ – Αυτή Είναι η Ζωή μου» (επιμέλεια Γιώργος Χρονάς, εκδ. Οδός Πανός, 1983), «Ετσι Οπως τα Εζησα», Νίκος Νικόλιζας, εκδ. Αγκυρα, 2006, «Το Χρυσό Αλμπουμ», ειδική έκδοση του περιοδικού Ζάπινγκ 


Πηγή: Protagon.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.